Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2017

Χριστιανισμός και Ελληνισμός, μια ολέθρια σχέση

Η ιστορία έχει δείξει ότι ο τόπος μας, όσες φορές αποζητάει την αναγέννηση του, την κάθαρση του, στρέφεται πίσω, στο παρελθόν του, στην απώτερη ιστορία του. Σήμερα φαίνεται ότι συμβαίνει το ίδιο και μάλιστα η στροφή που παρατηρείται σήμερα έχει ως θέμα του την σχέση Ελληνισμού και Χριστιανισμού. Το ιερατείο της ορθοδοξίας μιλάει για ελληνοχριστιανικό πολιτισμό και μάλιστα θεωρεί ότι ο χριστιανισμός αποτελεί συνέχεια του ελληνισμού τον οποίο διαδέχθηκε όταν εμφανίσθηκε ο χριστιανισμός στον ελληνικό χώρο.
από το άρθρο του Μιχάλη Καλόπουλου

Η επίσημη άποψη από πλευράς κρατικής εξουσίας λέει ότι ο Ελληνισμός επέζησε χάρις στο Χριστιανισμό, ο οποίος στους μαύρους αιώνες της σκλαβιάς κλπ όμως ουδέν ψευδέστερο τούτου γιατί η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική.
Η σχέση Ελληνισμού και Χριστιανισμού υπήρξε μια ΟΛΕΘΡΙΑ σχέση που οδήγησε στην ολοσχερή καταστροφή του Ελληνισμού από τον Χριστιανισμό. Το θέμα αυτό ήταν απαγορευμένο μέχρι σήμερα και γνωστό μόνο σε όσους μπορούσαν να έχουν πρόσβαση σε ξενόγλωσση και σπάνια βιβλιογραφία. Η απαγόρευση προερχόταν τόσο από το ορθόδοξο ιερατείο όσο και από την πολιτική ηγεσία του τόπου που στην ουσία είναι κι αυτή υποχείριο του ιερατείου της ορθοδοξίας είτε διότι και αυτοί φοβούνται να εκφραστούν ελεύθερα διακυβεύοντας την πολιτική τους υπόσταση είτε διότι είναι κι αυτοί φανατικοί χριστιανοί που εν ονόματι της ορθοδοξίας θέτουν σε δεύτερη μοίρα την ελληνική τους υπόσταση.
Όμως, επειδή έτυχε να γεννηθούμε στην Ελλάδα κι επειδή αυτός ο τόπος δημιούργησε έναν πολύ σπουδαίο πολιτισμό, πρέπει να αισθανόμαστε θλίψη στη σκέψη ότι φανατικοί χριστιανοί κατέστρεψαν, έσφαξαν, έκαψαν κι έκαναν ότι μπορούσαν, επί αιώνες, με αποτέλεσμα ένα απειροελάχιστο τμήμα της κληρονομιάς των προγόνων μας να διασωθεί από το μένος τους. Πρέπει να θλιβόμαστε γιατί μεγαλώσαμε και μορφωθήκαμε ιστορικά, διδασκόμενοι λεπτομερώς Ρωμαϊκή και Βυζαντινή ιστορία, χωρίς ίχνος αναφοράς στην Ελλάδα. Σαν να μην υπήρξε η πατρίδα μας για χίλια πεντακόσια και πλέον χρόνια. Συνεπώς ανακύπτει ένα απλό το ερώτημα: τι συνέβαινε στην Ελλάδα επί Μ. Θεοδοσίου, επί Ιουστινιανού κλπ; Καλοί οι πόλεμοι του Βυζαντίου σε Δύση και Ανατολή, κάλλιστοι ο Βελισάριος και ο Ναρσής, αλλά τι γινόταν στην Πελοπόννησο, στη Στερεά, στην Αθήνα, στα νησιά; Ποτέ δεν μας δίδαξαν. Οι ιστορικοί μας βρίσκονταν (και βρίσκονται) σε αφασία ενώ οι κυβερνήσεις ασφαλώς επιδίωξαν να αποκρύψουν όσα έγιναν εκείνα τα χρόνια στην Ελλάδα. Αλλιώς, ο Χριστιανισμός ως «θρησκεία της αγάπης» θα βρισκόταν σε πολύ, μα πολύ δυσχερή θέση απέναντι στους Έλληνες. Θα αναφέρουμε στη συνέχεια τέσσερα βιβλία, τα οποία ρίχνουν λίγο φως σ’ αυτά το 1500 χρόνια:
1. Διαμ. Κουτουλά. Το Βυζάντιο έναντι των Ελλήνων Εθνικών. Εκδόσεις ΔΙΟΝ, Θεσσαλονίκη 1998.
2. Λιβανίου. Υπέρ των Ελληνικών Ναών. Εκδόσεις ΘΥΡΑΘΕΝ ΕΠΙΛΟΓΗ, Θεσσαλονίκη 1998.
3. Ιουλιανού. Εκδόσεις ΘΥΡΑΘΕΝ ΕΠΙΛΟΓΗ, Θεσσαλονίκη 1997.
4. Maria Dzielska. Υπατία η Αλεξανδρινή. Εκδόσεις ΕΝΑΛΙΟΣ, Αθήνα 1997.
Τα βιβλία αυτά αναφέρονται ακριβώς στις μαύρες μέρες του Ελληνισμού στα χρόνια του Βυζαντίου. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Ελλάδα κατακτήθηκε από τους Ρωμαίους, οι Έλληνες έγιναν Ρωμαίοι πολίτες (από εκεί προέρχεται και το Ρωμιός) κι ότι το «Βυζάντιο» είναι η Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία που ονομάστηκε Βυζάντιο για να «χρυσώσει το χάπι» για μας τους Έλληνες. Επομένως, σε ότι αφορά την Ελλάδα, το Βυζάντιο (ή το ορθότερο Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία) ήταν κατακτητής. Κι έτσι συμπεριφέρθηκε. Ανυπολόγιστες οι καταστροφές, οι διωγμοί, οι εξανδραποδισμοί, οι ισοπεδώσεις των ναών, οι διώξεις κλπ που προκλήθηκαν από τους Ρωμαίους κατακτητές του Βυζαντίου. Κι όλα αυτά από αυτοκράτορες που συχνά αποκαλούμε (εμείς!!!) Μεγάλους. Με εξαίρεση έναν. Τον περίφημο Ιουλιανό που, τι ειρωνεία, η επίσημη ιστορία αποκάλεσε «παραβάτη» και «αποστάτη». Αυτός ο παραβάτης και αποστάτης ήταν εκείνος που πρόσφερε στον Ελληνισμό την τελευταία του αναλαμπή. Θα έπρεπε ακόμα, αντί να διδάσκομαι με τόσες λεπτομέρειες το συγκινητικό δράμα των πρώτων Χριστιανών στις ρωμαϊκές αρένες, να διδάσκομαι παράλληλα τους φρικιαστικούς διωγμούς των «Εθνικών» Ελλήνων (Έλληνες είμαστε!) από τους Χριστιανούς, όταν αργότερα ο Χριστιανισμός έγινε πλέον καθεστώς.

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ Δ. ΚΟΥΤΟΥΛΑ

Στο μικρό βιβλίο αλλά σημαντικό του κ. Δ. Κουτουλά δίνεται με συντομία η περίοδος 4ος-6ος αιώνας μ.Χ., και μάλιστα μόνο σε ότι αφορά τη βυζαντινή αυτοκρατορική πολιτική απέναντι στους Έλληνες. Σημειώνουμε εδώ από τον πρόλογο του συγγραφέα: «Η πλειοφηφία των Ελλήνων της κυρίως Ελλάδας καθώς και μεγάλο τμήμα του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας και της Αιγύπτου παρέμεινε πιστό στο Δωδεκάθεο, στη λατρεία της Ίσιδος, του Σέραπι ή στον Μιθραϊσμό και μόνο δια πυρός και σιδήρου απαρνήθηκε την πατρογονική πίστη του και ύστερα από πολλούς αιώνες προσχώρησε στο Χριστιανισμό. Οι διωγμοί των Ελλήνων Εθνικών στο Βυζάντιο υπήρξαν απηνείς, ιδιαίτερα στα χρόνια του Μ. Θεοδόσιου και του Ιουστινιανού. Μεγάλα ονόματα εθνικών Ελλήνων φιλοσόφων και επιστημόνων βρήκαν οικτρό θάνατο στα χέρια των χριστιανών διωκτών τους, όπως η φιλόσοφος Υπατία, ο νεοπλατωνικός Σώπατρος κλπ»

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΓΙΑ ΤΟ ΛΙΒΑΝΙΟ

Ο Λιβάνιος υπήρξε ο πολυγραφότερος συγγραφέας της αρχαιότητας και ίσως όλων των εποχών. Σώζονται 1560 επιστολές του και δεκάδες λόγοι του αλλά μην περιμένετε να τα βρείτε στη γλώσσα του και γλώσσα μας. Ο Λιβάνιος δεν είναι καλοδεχούμενος από τους ρωμιούς. Γεννήθηκε το 314 μ.Χ στην Αντιόχεια και σπούδασε στην Αθήνα της οποίας είχε όνειρο να αντικρίσει «καπνό αναθρώσκοντα». Επέστρεψε στην Αντιόχεια όπου ίδρυσε σχολή η οποία επί 40 χρόνια είχε τη μεγαλύτερη φήμη στην αυτοκρατορία. Μαθητές του υπήρξαν ο Μέγας Βασίλειος και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Ο πρώτος διατηρούσε πάντα το σεβασμό για το δάσκαλο του. Ο δεύτερος, όμως, δεν υπήρξε καθόλου «Χρυσόστομος» απέναντι στο Λιβάνιο. Το 362 μ.Χ, αντιδρώντας στον αυτοκράτορα Ιουλιανό, χριστιανοί έκαψαν το ναό του Απόλλωνα, στο προάστιο Δάφνη της Αντιόχειας. Ο Λιβάνιος υποστήριξε ότι τη φωτά έβαλε ανθρώπινο χέρι, ενώ ο Ιωάννης Χρυσόστομος θεώρησε ότι τη φωτά έβαλε ο Θεός. Άλλωστε, ένα από τα σημαντικότερα επιχειρήματα των χριστιανών που κατέστρεφαν τους αρχαίους ναούς ήταν ότι, παρά την πράξη τους, οι θεοί τους άφηναν ατιμώρητους. Επομένως, αυτοί οι θεοί δεν υπήρχαν. Απαντώντας, λοιπόν, στο Λιβάνιο, ο Χρυσόστομος τον αποκαλεί «ω μιαρέ ω ληρόσοφε άθλιε και ταλαίπωρε».
Στο βιβλίο αυτό θα βρείτε το αρχαίο κείμενο και μετάφραση των έργων του Λιβάνιου: θρήνος για τον Ιουλιανό, Υπέρ των Ελληνικών Ναών και Προς αυτούς που τον είπαν κουραστικό. Στο Υπέρ των Ελληνικών Ναών, που ο Λιβάνιος απευθύνει το 386 μΧ στον αυτοκράτορα Θεοδόσιο, ικετεύει σπαρακτικά για τη διάσωση του ελληνικού πολιτισμού. Κι αυτά συμβαίνουν μόλις 15 χρόνια μετά τη Μεγάλη Σφαγή των Ελλήνων, για την οποία ο χριστιανός χρονογράφος Σωζομενός γράφει: «Όλοι σχεδόν οι Ελληνιστές θανατώθηκαν δόθηκε διαταγή να καούν και άλλοι να σκοτωθούν με το ξίφος. Και κοντά σ’ αυτούς, για τον ίδιο λόγο, σ’ ολόκληρη την επικράτεια έχασαν τη ζωή τους όσοι λάμπρυναν τη φιλοσοφία Αλλά έχαναν τη ζωή τους ακόμα και άνθρωποι που δεν ήσαν καν φιλόσοφοι και που απλώς φορούσαν ρούχα ίδια με των φιλοσόφων».
Το κείμενο Υπέρ των Ελληνικών Ναών, του Λιβάνιου αποτελεί τη συγκλονιστικότερη στιγμή της ελληνικής ιστορίας. Ένας πολιτισμός που επί χίλια χρόνια λάμπρυνε την ανθρωπότητα, εκπροσωπείται πλέον από έναν 80χρονο γέροντα που βλέποντας τα πάντα να γκρεμίζονται, στην κυριολεξία, γύρω του, ορθώνει το ανάστημα του προς τον αυτοκράτορα Μέγα Θεοδόσιο, τον ηθικό αυτουργό των ανυπολόγιστων καταστροφών. Στέγασε, του φωνάζει, δημόσιες υπηρεσίες, μην τα γκρεμίζεις!
Αλλά η σφαγή τελειωμό δεν είχε. Πάμε στο 529 μ.Χ, επί Ιουστινιανού. Γράφει ο, χριστιανός επίσης, χρονογράφος Ιωάννης Μαλάλας τα εξής: «Τη χρονιά αυτή, έγινε μεγάλος διωγμός των Ελλήνων. Πολλών οι περιουσίες δημεύτηκαν. Ανάμεσα τους έχασαν τη ζωή τους οι (ακολουθούν ονόματα). Όλα αυτά προκάλεσαν μεγάλο φόβο. Ο ίδιος βασιλιάς (ο Ιουστινιανός) όρισε να μη πολιτεύονται οι ελληνίζοντες, στους οποίους δόθηκε τρίμηνη προθεσμία να ασπαστούν την ορθόδοξη πίστη». Είναι ίσως χαρακτηριστικό ότι το Ανάθεμα εναντίον αυτών που μελετούν διεξοδικά τα ελληνικά μαθήματα που εξαπολύθηκε το 787μΧ στη Σύνοδο της Νίκαιας, εξακολουθεί μέχρι και σήμερα να διαβάζεται ανελλιπώς στις εκκλησίες, την Κυριακή της Ορθοδοξίας!
Λίγα χρόνια μετά από την προσπάθεια του Λιβάνιου να διασώσει τον ελληνικό πολιτισμό από το μένος του Μ. Θεοδοσίου, επί αυτοκράτορας Αρκαδίου (395-408), εισβάλλει εντέχνως κατευθυνθείς στην Ελλάδα ο Γότθος Αλάριχος (396-399), χριστιανός το θρήσκευμα, ακολουθούμενος από χιλιάδες μοναχούς. Ο αρχηγός της φρουράς στις Θερμοπύλες, κι αυτός χριστιανός, αφήνει ελεύθερη τη διέλευση. Ολόκληρη η Στερεά Ελλάδα καταστράφηκε ολοσχερώς, πλην της καλά οχυρωμένης Αθήνας. Το ιερό της Ελευσίνας παραδόθηκε στη φωτιά, μαζί με τους ιερείς. Στη συνέχεια, οι φανατικές ορδές πέρασαν στην Πελοπόννησο. Ο ευνούχος Ευτρόπιος, φανατικός χριστιανός, υπαγόρευσε στον Αρκάδιο, το 396, νόμο με τον οποίο διετάσσετο η κατεδάφιση όλων των ναών που είχαν απομείνει όρθιοι. Ο Ευτρόπιος βοήθησε τον Ιωάννη Χρυσόστομο να γίνει Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως το 398 κι εκείνος, με τη σειρά του, τον γλίτωσε από το θάνατο, κρύβοντας τον στην Αγία Σοφία, ένα χρόνο αργότερα, όταν έπεσε στη δυσμένεια του Αρκαδίου.

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΙΟΥΛΙΑΝΟ

Ερχόμαστε τώρα στο τρίτο βιβλίο που περιέχει, στο αρχαίο πρωτότυπο και σε μετάφραση, τα έργα Για την απέχθεια προς τα γένια ή Μισοπώγων, Κατά Χριστιανών και Επιστολές, του περίφημου αυτοκράτορα Ιουλιανού. Τα κείμενα είναι μαγευτικά και δεν θα αναφερθούμε σε αυτά. Απλώς, σε επίρρωση όσων γράφουμε στην αρχή του παρόντος σημειώματος, μεταφέρουμε εδώ τις δυο πρώτες παραγράφους από την Εισαγωγή των επιμελητών της έκδοσης:
«Σκεφθήκατε ποτέ πώς θα μπορούσε να γραφτεί η ιστορία της ύστερης Ελληνικής αρχαιότητας από έναν σύγχρονο ιστορικό; Ασφαλώς, αν ο ιστορικός μας δεν περιοριστεί στη μελέτη των όσων έχουν γράφει οι άλλοι συνάδελφοι του, σύγχρονοι ή του πρόσφατου παρελθόντος, όπως Παπαρρηγόπουλος, Gibbon, Κορδάτος κλπ, θα πρέπει οπωσδήποτε να ανατρέξει στις πηγές, δηλαδή στα κείμενα των συγγραφέων της εποχής εκείνης.
Αναρωτιέται όμως κανείς πως θα ήταν δυνατό, ένας ερευνητής που δεν γνωρίζει Λατινικά, Αρχαία Ελληνικά και ξένες γλώσσες, να μελετήσει τις πηγές, όταν τα νέα Ελληνικά είναι η μόνη Ευρωπαϊκή γλώσσα στην οποία δεν έχουν ποτέ μεταφραστεί και εκδοθεί τα περισσότερα έργα των Ελλήνων συγγραφέων της ύστερης αρχαιότητας (Ι). ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ για τους Νεοέλληνες οι Λιβάνιος, Ευνάπιος, Ζώσιμος, Αμμιανός Μαρκελίνος, Αίλιος Αριστείδης, Δίων Κάσσιος και τόσοι άλλοι»

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΑΤΙΑ ΤΗΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΝΗ

Η Υπατία έμεινε στην ιστορία ως η μεγαλύτερη νεοπλατωνική φιλόσοφος μετά τον Πλωτίνο. Το Μάρτιο του 415 μΧ, στη διάρκεια της Σαρακοστής, ένας όχλος από μοναχούς και παραβολάνους έστησε καρτέρι έξω από το σπίτι της Υπατίας. Τι ήταν όμως οι περιβόητοι «παραβολάνοι»; Η Εκκλησία της Αλεξάνδρειας χρησιμοποιούσε ως σωματοφύλακες, ως «μπράβους» όπως θα λέγαμε σήμερα, χειροδύναμους άντρες χαμηλής μόρφωσης, τους οποίους στρατολογούσε κυρίως από το λιμάνι, με σκοπό να τρομοκρατούν αιρετικούς κλπ. Μόλις έφθασε η Υπατία στο σπίτι της, τα αγριεμένα πλήθη: την τράβηξαν έξω από την αμαξά της και την έσυραν στην εκκλησία που ονομαζόταν Καισάρειον. Έσκισαν τα ρούχα της και την κατακρεούργησαν με όστρακα. Όταν κομμάτιασαν το σώμα της, μετέφεραν τα κομμάτια σε κάποιο σημείο που λεγόταν Κιναρώνας και τα έκαψαν.Όπως αναφέρεται από πολλές πηγές, εμπνευστής και εντολέας της εκτέλεσης ήταν ο ίδιος ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Κύριλλος, ο οποίος ανακηρύχθηκε «άγιος».

Λιαντίνης – Ελληνισμός και Χριστιανισμός

Απόσπασμα από ηχογραφημένο μάθημα του Λιαντίνη προς τους μετεκπαιδευόμενους δασκάλους του Μαράσλειου Διδασκαλείου στις 7/4/1998

Video Thumbnail
Λιαντίνης - Ελληνισμός και Χριστιανισμός
russell

Η «τσαγιέρα» του Ράσελ

Η τσαγιέρα του Ράσελ (Russell’s Teapot), συχνά αποκαλούμενη και «θεϊκή» ή «επουράνια τσαγιέρα», είναι μία μεταφορά που χρησιμοποίησε ο φιλόσοφος Μπέρτραντ Ράσελ (1872-1970), σύμφωνα με την οποία το βάρος της απόδειξης το φέρει αυτός που κάνει τον ισχυρισμό, και όχι αυτός που προσπαθεί να τον καταρρίψει.
Υπάρχουν πολλοί ισχυρισμοί που δεν είναι διαψεύσιμοι, επειδή δεν υπάρχει τρόπος να ελεγχθούν. Συχνά συνιστούν τον πυρήνα που διαμορφώνει μία τυφλή πίστη, η οποία συνήθως έχει διαζύγιο με την κοινή λογική. Είναι θεμιτό να είμαστε επιφυλακτικοί και να αποφεύγουμε την αβασάνιστη αποδοχή των μη διαψεύσιμων ισχυρισμών, ακόμη και αν εμπνέουν, εκστασιάζουν ή φανατίζουν την συντριπτική πλειοψηφία των συνανθρώπων μας.

Σε ένα αδημοσίευτο άρθρο του περιοδικού Illustrated το 1952, με τίτλο «Υπάρχει Θεός;», ο Ράσελ έγραψε:

«Αν έλεγα ότι μεταξύ Γης και Άρη υπάρχει μία πορσελάνινη τσαγιέρα σε ελλειπτική τροχιά γύρω απο τον ήλιο, κανείς δεν θα μπορούσε να διαψεύσει τον ισχυρισμό μου, αρκεί να πρόσθετα ότι η τσαγιέρα είναι τόσο μικρή που δεν θα μπορούσαν να την ανιχνεύσουν ούτε τα πιό ισχυρά τηλεσκόπιά μας.
Όμως, αν στη συνέχεια έλεγα ότι, αφού ο ισχυρισμός μου δεν μπορεί να διαψευστεί, θα ήταν ασυγχώρητη απρέπεια να τον αμφισβητούμε με την λογική μας, τότε οι περισσότεροι δικαίως θα θεωρούσαν ότι έλεγα ανοησίες.
Αν όμως η ύπαρξη μιας τέτοιας επουράνιας τσαγιέρας αναφερόταν σε πανάρχαια βιβλία, και διδασκόταν ως ιερή αλήθεια κάθε Κυριακή, και ενσταλαζόταν στα μυαλά μικρών παιδιών σε όλα τα σχολεία, τότε ακόμα και ο παραμικρός δισταγμός, θα ήταν τέτοιο δείγμα εκκεντρικότητας, που σε φωτισμένους καιρούς θα απέφερε στον αμφισβητία το επίζηλο προνόμιο της ψυχιατρικής φροντίδας, ενώ σε πιο πρώιμη περίοδο την Ιερά Εξέταση.»
Ο συγγραφέας και επιστήμονας Ρίτσαρντ Ντόκινς, χρησιμοποίησε την τσαγιέρα του Ράσελ με παρόμοιο τρόπο, ως επιχείρημα ενάντια σε αυτό που ονόμασε «αγνωστικιστική συμφιλίωση», τον συμβιβασμό που επιτρέπει την ύπαρξη των τομέων φιλοσοφίας που ασχολούνται αποκλειστικά με θρησκευτικά θέματα. Η επιστήμη δεν έχει τρόπο να αποδείξει την ύπαρξη ή μη ύπαρξη του θεού. Ως εκ τούτου, σύμφωνα με τους συμφιλιωτές αγνωστικιστές, επειδή είναι θέμα προσωπικής προτίμησης, η πίστη και η δυσπιστία σχετικά με την ύπαρξη ενός υπέρτατου όντος είναι εξίσου άξιες σεβασμού και προσοχής.
Ο Ντόκινς παρουσιάζει την τσαγιέρα ως απαγωγή σε άτοπο αυτής της θέσης: εφόσον ο αγνωστικισμός απαιτεί απόδοση ίσου σεβασμού προς την πίστη και τη δυσπιστία περί ύπαρξης ενός υπέρτατου όντος, τότε θα πρέπει επίσης να δίδει τον ίδιο σεβασμό και στην πίστη για την ύπαρξη της τσαγιέρας δορυφόρου, δεδομένου ότι η ύπαρξη της τσαγιέρας σε τροχιά μεταξύ Γης και Άρη είναι εξίσου εύλογη επιστημονικά με την ύπαρξη ενός ανώτατου όντος.
Στο βιβλίο του «Ο εφημέριος του Διαβόλου» αναφέρει: «Ο λόγος που οι υπάρχουσες οργανωμένες θρησκείες εισπράττουν απερίφραστη εχθρότητα είναι ότι, σε αντίθεση με την πίστη στην «τσαγιέρα του Ράσελ», έχουν ισχύ, επιρροή, απαλλάσσονται από φόρους και προπαγανδίζονται συστηματικά σε παιδιά πολύ νεαρά για να αντιδράσουν και να προστατευθούν. Tα παιδιά δεν είναι υποχρεωμένα να απομνημονεύουν τρελά βιβλία για τσαγιέρες στα χρόνια που διαπλάθεται η προσωπικότητά τους. Κρατικά επιχορηγούμενα σχολεία δεν αποκλείουν παιδιά των οποίων οι γονείς προτιμούν τσαγιέρες με άλλο σχήμα. Οι «τσαγιεροπιστοί» δεν λιθοβολούν «τσαγιεροάπιστους», «τσαγιεροαιρετικούς» και «τσαγιεροβλάσφημους» μέχρι θανάτου. Οι μητέρες δεν απαγορεύουν στα παιδιά τους να παντρεύονται άτομα, των οποίων οι γονείς πιστεύουν σε τρεις τσαγιέρες αντί για μία. Οι άνθρωποι που βάζουν πρώτα το γάλα δεν επιτίθενται σ’ αυτούς που βάζουν πρώτα το τσάι…».
Η έννοια της τσαγιέρας του Ράσελ έχει επεκταθεί και σε άλλες πιo περιπαικτικές μορφές. Τα πλέον «κλασσικά» παραδείγματα είναι το ιπτάμενο μακαρονοτέρας και ο αόρατος ροζ μονόκερος.

Ελλω

Δευτέρα 6 Φεβρουαρίου 2017

To σπήλαιο του Πλάτωνα. Μία απόπειρα ψυχαναλυτικής ερμηνεία

Το έβδομο βιβλίο της πλατωνικής Πολιτείας ξεκινά με μια εικόνα που, σύμφωνα με τα λεγόμενα του Σωκράτη, αναπαριστά την ανθρώπινη φύση σχετικά με την παιδεία και την απαιδευσία.


Πρόκειται για το μύθο του σπηλαίου, αφήγηση την οποία θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε ως "περιπέτεια ψυχής", καθώς δραματοποιεί αυτό που ο Freud ορίζει ως παλινδρόμηση κατά την ψυχαναλυτική διαδικασία.

Διαβάζοντάς τον, γινόμαστε θεατές μιας επώδυνης πορείας, που με την αποπεράτωσή της μας οδηγεί ενώπιον μιας αποκάλυψης.
Αποκάλυψη που επιβεβαιώνει την πεποίθηση του πατέρα της ψυχανάλυσης ότι : 


" ο ποιητής και ο φιλόσοφος ήταν πάντοτε πρόδρομοι της επιστήμης και της επιστημονικής ψυχολογίας, γιατί στρέφουν την προσοχή τους στο ασυνείδητο, παρακολουθούν άγρυπνα τις εξελίξεις του και προσφέρουν σ΄αυτές καλλιτεχνική έκφραση".

Ας παρακολουθήσουμε λοιπόν τον μύθο:

Σε μια σπηλιά κάτω από τη γη, που έχει την είσοδό της ανοιγμένη στο φως, ζουν από παιδιά άνθρωποι αλυσοδεμένοι από τα πόδια και τον τράχηλο.

Πίσω τους, ψηλά και σε απόσταση, υπάρχει φωτιά αναμμένη και στο ενδιάμεσο ένας δρόμος, κατά μήκος του οποίου βρίσκεται ένας μικρός τοίχος, όπως τα παραπετάσματα των θαυματοποιών. Πίσω απ΄ τον τοίχο περνούν άνθρωποι μεταφέροντας πάνω από το ύψος του κάθε λογής αντικείμενα, καθώς και ομοιώματα ανθρώπων και ζώων. Οι σκιές τους προβάλλονται  χάρη στο φως της φωτιάς στο βάθος του σπηλαίου, το μοναδικό οπτικό πεδίο των δεσμωτών. Ανήμποροι να κινηθούν και περιοριζόμενοι στη φυσική τους όραση οι έγκλειστοι νομίζουν πως οι σκιές είναι τα ίδια τα αντικείμενα και ο αντίλλαλος από τις ομιλίες εκείνων που κινούνται πίσω από το τοιχίο, η φωνή των σκιών.

Ο κόσμος του σπηλαίου και όσα διαδραματίζονται εντός του είναι τόσο δεδομένος, ώστε να μη γεννά την παραμικρή αμφιβολία για το αν είναι αληθινός.

Καθηλωμένοι στην ίδια θέση οι έγκλειστοι βλέπουν μόνο σκιές και, ελλείψει άλλων ερεθισμάτων, θεωρούν αυτονόητη την αυθεντικότητά τους. Τα δεσμά τούς στερούν κάθε δυνατότητα κίνησης, αυτενέργειας και διεύρυνσης του οπτικού τους πεδίου. Προσωπική δράση δεν υφίσταται. Υπάρχει μόνον όρασης αλλά και αυτή δεν είναι άλλο από παθητική παρατήρηση των συμβάντων, αναντίρρητη αποδοχή των δεδομένων των αισθήσεων, άγνοια, πλάνη.


Στον κόσμο του σπηλαίου επικρατεί απόλυτη ομοιομορφία. Κανένας δεσμώτης δεν ξεχωρίζει από τους άλλους, γιατί κανένας δεν έχει συναίσθηση της μοναδικότητας του. Η αυτογνωσία και η ετερογνωσία απουσιάζουν, καθώς δε βλέπουν τίποτε άλλο εκτός από τις σκιές του εαυτού τους και των συνανθρώπων τους.

Κάποια στιγμή όμως, ένας από αυτούς κατορθώνει να ελευθερωθεί και να ανέβει στον κόσμο του φωτός. Σηκώνεται, στρέφει το λαιμό του, περπατά, κοιτάζει προς το μέρος της φωτιάς και εν συνεχεία προς τα αντικείμενα που περιδιαβαίνουν το παρατείχισμα. Το πέρασμα από τη σκιά στο αισθητό είναι το πρώτο βήμα, η αρχή μιας επίπονης και κοπιώδους πορείας προς τη γνώση και την αλήθεια.

Ο δεσμώτης έρχεται πιο κοντά στο ον και σε αντικείμενα περισσότερο πραγματικά. Πλάι του βρίσκεται κάποιος που διακριτικά τον καθοδηγεί, συζητώντας και ρωτώντας τον σχετικά μ΄ αυτά που πρωτοαντικρίζει.

Ο δεσμώτης τότε περιέρχεται στην κατάσταση του απορείν, βρίσκεται σε αμηχανία και αδυνατεί να δώσει μιαν απάντηση, όταν αυτός που είναι δίπλα του τον ρωτά τι βλέπει. απορείν δεν εκφράζει μόνον την πνευματική του σύγχυση, αλλά και τη συνειδητοποίηση της αγνοίας του. Η ύπαρξη των ομοιωμάτων θέτει εκ των πραγμάτων ζήτημα σύγκρισης με τις σκιές τους, αναφορικά με το βαθμό αυθεντικότητας. Ο δεσμώτης καλείται ν΄ αποφασίσει ποιο από τα δύο δεδομένα είναι αληθέστερον.

Η πορεία προς τον κόσμο του φωτός σηματοδοτείται από ένα πλήθος δυσχερειών και από οδύνη.

Κοιτάζοντας προς το μέρος της φωτιάς ο πλατωνικός ήρωας αλγοι και αδυνατεί να διακρίνει εκείνα ων τότε τάς σκιάς εώρα. Στρέφοντας το βλέμμα του λίγο αργότερα προς την έξοδο του σπηλαίου υποφέρει κι ο πόνος του μεγιστοποιείται όσο περισσότερο πλησιάζει στον κόσμο των νοητών.

Αυτομάτως ο δεσμώτης αντιδρά, αμύνεται, επιμένει να θεωρεί τις σκιές αληθέστερες των ομοιωμάτων  και προσπαθεί να επιστρέψει στην αρχική του κατάσταση. Αυτό που προκαλεί την αντίστασή του, είναι παραδόξως αυτό που τον παρακινεί να εξέλθει από το σπήλαιο είναι το απορείν, που το τοποθετεί στο μεταίχμιο, ανάμεσα στο παρόν του κόσμου των σκιών και στο άδηλο μέλλον ενός καινούργιου κόσμου. Ο δεσμώτης δε θέλει να διακινδυνεύσει την ασφάλεια της ψευδαίσθησης για μιαν αλήθεια που δεν του εγγυάται εξαρχής κάτι καλύτερο. Η απάρνηση της ζωής του σπηλαίου και το ξεκίνημα μιας καινούργιας πορείας, η οποία, ώσπου να περατωθεί, τον αφήνει μετέωρο στο άγνωστο, συνεπάγεται αναμφίβολα οδύνη, ένα μεγάλο ψυχικό κόστος που δικαιολογημένα θα προσπαθήσει να αποφύγει.

Η αντίσταση θα καμφθεί σταδιακά, όταν αρχίσει να συνηθίζει την καινούργια κατάσταση, να εξοικειώνεται με τις νέες συνθήκες. Σταδιακά λοιπόν, ανεβαίνοντας στον κόσμο του φωτός, θα μπορέσει να διακρίνει τις σκιές των νοητών και τα είδωλα τους στις υδάτινες επιφάνειες, έπειτα αυτά τα ίδια και τέλος, τον ήλιο , την υπέρτατη ιδέα του αγαθού επίτροπο του ορατού κόσμου και αιτία ύπαρξης των πάντων.

Κάθε βήμα του δεσμώτη μεταβάλλει την ποιότητα της όρασής του. Η φυσική όρασις, η συνυφασμένη με την κατ΄αίσθησιν αντίληψιν, μετατρέπεται από παθητική παρατήρηση των σκιών σε ενεργητική κίνηση του βλέμματος, σε αμφιβολία τη στιγμή που αντικρίζει τη φωτιά και τα ομοιώματα των αντικειμένων. Κατόπιν, στο πρώτο στάδιο του νοητού, ισοδυναμεί με την διά του προσωπικού συλλογισμού απόπειρα σύλληψης των όντων ενώ στο τέλος της πορείας, λαμβάνει την έννοια της ενορατικής αποκαλύψεως: ο δεσμώτης θεάται το Αγαθόν, το βλέπει με τα μάτια της ψυχής του, το βιώνει.

Ποιος είναι όμως αυτός που τον  ελευθερώνει και τι χαρακτήρα έχει η καθοδήγηση του;

Η παιδεία, μας λέει ο Πλάτων, επαναφέρει το ευγενέστερο μέρος της ψυχής προς την θέα του αρίστου ανάμεσα στα όντα, τη βοηθά να στραφεί από το γιγνόμενον προς το όν, φτάνοντας στην κορυφή του. Η πλατωνική παιδεία είναι η διαλεκτική, η δια του λόγου τέχνη, η οποία αποδεσμεύει το άτομο από την αυταπάτη και την πλάνη των σκιών.

Λόγος, αντίλογος, επικοινωνία με τον άλλον, τον ειδότα. Αυτός λοιπόν που ελευθερώνει το δεσμώτη είναι ο δάσκαλος – φιλόσοφος, ο οποίος με τη μέθοδο των ερωταποκρίσεων στέφει το όμμα της ψυχής του προς το νοητόν. Χωρίς να παρέχει μια προκατασκευασμένη γνώση, ο ειδώς βρίσκεται δίπλα του, τον βοηθά να κατανικήσει την εσωτερική του αντίσταση και να αποτολμήσει την ανάβαση εκείνη, η οποία θα του αποκαλύψει το ενυπάρχον, αλλά λησμονημένο όραμα των ιδεών.

Κοπιώδης και επίπονη η ανάβαση, στο τέρμα της αποζημιώνει το δεσμώτη για την όλη την οδύνη που υπέστη. Αντικρίζοντας το Αγαθόν κατανοεί – συνειδητοποιεί την ουσία της ύπαρξής του και του γίγνεσθαι.


Η θέασις – αποκά λυψη της υπέρτατης ιδέας του νοητού έχει ως αποτέλεσμα τη ριζική αναμόρφωση της ζωής του, την αναθεώρηση της μέχρι πρό τινος αυτοαντίληψης και ετεροαντίληψής του.

Στο εξής, ο απελεύθερος δεσμώτης καθίσταται ικανός να ενεργεί με βάση τα δικά του καθοδηγητικά πρότυπα, να είναι υπεύθυνος για τις αποφάσεις του, μπορεί να αντιστέκεται σε οποιαδήποτε εξωτερική επιβολή.

Είναι σε θέση να αναγνωρίζει τη μη αυθεντικότητα των σκιών και – επιστρέφοντας στο σπήλαιο – να πολεμά τις δοξασίες και τα είδωλα.


Η ανάβαση στον κόσμο του φωτός συνιστά μια πορεία, η οποία ξεκινώντας από μια αρνητική γνώση, από τη γνώση "του τι δεν είναι", απολήγει στην αυτογνωσία και την κοσμογνωσία.


Ο κόσμος του σπηλαίου απεικονίζει την εμμονή της ψυχής στο αισθητόν, την υπερεκτίμησή του, την παντελή κυριαρχία των αισθήσεων και του επιθυμητικού τμήματός της επί του λογιστικού. Η προσκόλληση στο γίγνεσθαι επιφέρει ψυχική σύγχυση, νόσον ενώ η θέασις των όντων εσωτερική ισορροπία , την εναρμόνηση  των τριών τμημάτων της ψυχής και την ενδυνάμωση του λογιστικού μέρους της, το οποίο στο εξής επιλέγει τι πιο συμφέρουσες για το άτομο επιθυμίες.

Για τον Πλάτωνα, το αίτημα της αυτογνωσίας είναι πρωταρχικό.

Ακόμη κι αν δε βρεθεί ποτέ ο φιλόσοφος – βασιλεύς που θα διοικήσει την ιδανική πολιτεία, κάθε άνθρωπος χωριστά θα επιδιώξει τουλάχιστον να ρυθμίσει το πολίτευμα της ψυχής του.

Φως – σκοτάδι, αληθές – ψευδές, γνώση – άγνοια, είναι τα βασικά μοτίβα πάνω στα οποία οικοδομείται το πλατωνικό σπήλαιο.


Χώρος σκοτεινός, το σπήλαιο είναι  τάφος, φυλακή της αλήθειας στα δεσμά του αισθητού, όπως το σώμα είναι σήμα, τάφος της ψυχής που την καθηλώνει στην πλάνη των αισθήσεων. Ο δεσμώτης θα κερδίσει τη ζωή και την ελευθερία του τη στιγμή που θα αποστασιοποιηθεί από το χώρο και το χρόνο του παρόντος, που θα μεταβεί σ’ έναν άλλον κόσμο και θα ανακτήσει τη λησμονημένη γνώση των ιδεών και του Αγαθού.

Υπό το φώς της αλήθειας, το σπήλαιο μετατρέπεται αυτομάτως από χώρο θανάτου σε χώρο ζωής, καθώς ο δεσμώτης επιστρέφει για να ζήσει εντός του, χωρίς να υποκύπτει πλέον στη γοητεία του φαινομένου.

Ο μύθος του σπηλαίου δεν είναι άλλο από την εικονογράφηση ή - αν θέλετε -  τη δραματοποίηση της πλατωνικής ανάμνησης και του ρόλου της διαλεκτικής στην εν λόγω διαδικασία. Από τη στιγμή που ο έγκλειστος στρέφει το βλέμμα του προς τα ομοιώματα των αντικειμένων, ξυπνά μέσα του αμυδρά, συγκεχυμένο το όραμα των ιδεών.

Τα αντικείμενα του αισθητού αποτελούν ένα πρώτο, αλλά καθοριστικό βήμα για την προσέγγιση του νοητού. Ατελείς αντανακλάσεις, ελλιπείς απεικονίσεις του, όμοια με το σύμπτωμα που αντιπροσωπεύει το απωθημένο, συνιστούν γέφυρα σύνδεσης του φαίνεσθαι με το είναι και βοηθούν την ψυχή να λειτουργήσει συνειρμικά. Σύνδεση εικόνων, παραστάσεων που διέπονται από αλληλουχία.

Στον κόσμο του φωτός ο δεσμώτης κατορθώνει να διακρίνει αρχικά τις σκιές και τα είδωλα του νοητού εξαιτίας των αναλογιών τους με τα αντικείμενα του γίγνεσθαι. Οι ερωτήσεις του ειδήμονος θα τον βοηθήσουν να αξιολογήσει και να επεξεργαστεί τα δεδομένα των αισθήσεων, να απαγκιστρωθεί τελείως από τα αισθητά και να ατενίσει τα όντως όντα και την υπέρτατη αρχή τους. Ο δεσμώτης δε γνωρίζει, αναγνωρίζει αυτό που κάποτε η ψυχή του συνάντησε πριν αναμειχθεί με το σώμα.

Η έξοδός του από το σπήλαιο είναι έξοδος από ένα παρόν που επαναλαμβάνεται ανακυκλώνεται, εξαντλείται στις σκιές που αντικατοπτρίζονται στον τοίχο του, σε δεδομένα χωρίς προοπτική αλλαγής και εξέλιξης. Έξοδος από μια ζωη στατική, η οποία στερείται μνήμης.

Οι έγκλειστοι, μας λέει ο Πλάτων, βλέπουν μόνο μπροστά (είς τε το πρόσθεν μόνον οράν), που σημαίνει ότι στερούνται της δυνατότητας μιας όρασης σχετικής με το παρελθόν τους. Ο ένας και μοναδικός που τολμά να σπάσει τα δεσμά του, διευρύνει το οπτικό του πεδίο κοιτάζοντας πίσω του και επιχειρώντας βήματα προς τα πίσω, από το βάθος της σπηλιάς προς την έξοδο της, κι ακόμη πιο πέρα, στον κόσμο του φωτός.

Τι μπορεί να συμβολίζει μια τέτοια κίνηση, αν όχι μια παλινδρόμηση σ’ ένα χωροχρόνο ο οποίος προηγείται και προυπάρχει του σπηλαίου;

Η πλατωνική ανάμνηση είναι μια δυναμική πορεία επιστροφής  στο παρελθόν, η οποία συντελείται σταδιακά, χάρη στη σύνδεση των δεδομένων του παρόντος με τη λησμονημένη εντός της ψυχής γνώση, ένα ψυχικό – νοητικό ταξίδι στα μονοπάτια της μνήμης.

Το  σπήλαιο απεικονίζει, πέρα από τον πολιτικό κοινωνικό μακρόκοσμο, τον προσωπικό κόσμο του κάθε ατόμου, τον τρόπο με τον οποίο καθένας από εμάς αντιλαμβάνεται τον ευαυτό του και την θέση του στα πλαίσια του γίγνεσθαι.

Είναι μ’ άλλα λόγια μια ιδιάζουσα, ιδιότυπη πόλις, όμοια μ’ εκείνη του νευρωτικού, ο οποίος, παραδομένος στο σύμπτωμα και τα παρεπόμενά του, ζει μέσα σε μια άνευ προηγουμένου αυταπάτη και πλάνη.

Το να παραμείνει κανείς στον κόσμο των σκιών είναι ζήτημα προσωπικής επιλογής όπως προσωπική επιλογή είναι να στρέψει το βλέμμα του προς το φως και να επωμιστεί το ψυχικό κόστος ενός ταξιδιού στον κόσμο της αλήθειας.

Αληθές και ψευδές συνυπάρχουν, εναλλάσσονται και εμπλέκονται.
Για ν’ απαλλαγεί κανείς από την αφροσύνη, πρέπει να κοιτάξει βαθιά, στην αλήθεια της ψυχής του. Αυτή θα του εξασφαλίσει μια "δεύτερη όραση", παρόμοια μ’ εκείνη της μεμυημένης ψυχής του μάντη των τραγωδιών, μιαν όρασιν η οποία αντίκειται στην φυσική όψιν, την υπερβαίνει και τελικά την καταργεί μετατρέποντάς την σε τυφλότητα.

Αυτό υπαγορεύει – κατά την γνώμη μου – ο πλατωνικός μύθος στον ακροατή και στον αναγνώστη του: να απαρνηθεί το αυτονόητο και να αναζητήσει πίσω από το φαίνεσθαι το είναι, προκειμένου να αναμορφώσει την ύπαρξή του.

Αφήγηση παράδοξη και συγχρόνως γοητευτική, ο φιλοσοφικός μύθος αποτελεί κώδικα επικοινωνίας του μεμυημένου με τους αμύητους, εκφράζοντας αυτό που υπερβαίνει κάθε λογική σύλληψη, το άλογον, όχι το παράλογο, αλλά εκείνο που δεν είναι δυνατόν να κατανοήσει και να ευστερνιστεί κανείς, εάν προηγουμένως δεν το έχει βιώσει.

Όμοιος με το όνειρο, που συγκαλύπει τεχνηέντως το πραγματικό του νόημα πίσω από το έκδηλο περιεχόμενό του, είναι ένας λόγος συμβολικός, ο οποίος φαίνει και κρύπτει ταυτόχρονα μιαν αλήθεια που ενυπάρχει στην ανθρώπινη ψυχή, αλλά που η απευθείας ανακοίνωσή της προσκρούει στη λογική του ατόμου.

Έκφραση του αλόγου στοιχείου και των διεργασιών που λαμβάνουν χώρα εντός του ψυχικού κόσμου, ο μύθος του σπηλαίου επαναπροσδιορίζει την έννοια του αληθούς και του ψευδούς και προβάλλει επιτακτικά το αίτημα της απελευθέρωσης του ατόμου από την πλάνη.

Σάββατο 4 Φεβρουαρίου 2017

ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΙΕΡΑΤΕΙΑ

Οι σαμάνοι και τα πρώτα ιερατεία


Μια αναφορά στους σαμάνους και το πως απο αυτούς προέκυψαν τα ιερατεία όταν δημιουργήθηκαν οι πρώτες κρατικές συγκροτήσεις.

Με την ανάπτυξη των ανιμιστικών αντιλήψεων, για την ύπαρξη πνευμάτων, και της ανάγκης εξευμενισμού τους, οι ηλικιωμένοι γίνονται οι πρώτοι διαμεσολαβητές με τα πνεύματα, που εξελίχθηκαν αργότερα στους σαμάνους και τους μάγους.

 Ήταν αυτοί που λόγω των γνώσεων που είχαν μπορούσαν να αναλάβουν έναν τέτοιο ρόλο. Η γνώση συγκεντρώθηκε σε αυτούς. Με την ανάπτυξη των κυνηγετικών τεχνικών της ομάδας και κυρίως με την μόνιμη εγκατάσταση, αναβαθμίζεται ο ρόλος των πρεσβυτέρων. Οι πρεσβύτεροι πέρα από την καλύτερη γνώση των κυνηγετικών τεχνικών που τις μεταδίδουν στους νεότερους, όταν άρχισε η μόνιμη εγκατάσταση, στηρίζουν την παραγωγή όπλων, εργαλείων και γενικά τη μεταφορά της τεχνογνωσίας.

Οι πρώτοι γνωστοί μάγοι ιερείς, οι σαμάνοι, στα πλαίσια του συστήματος των γενεών, δεν αποτελούν κάποια ξεχωριστή κάστα. Λειτουργούν ατομικά στα πλαίσια της κοινότητας σαν μεσολαβητές με τα πνεύματα των νεκρών αλλά και τα πνεύματα των ζώων και των φυσικών φαινόμενων που έπρεπε να εξευμενισθούν. Αρχίζουν να καθιερώνουν διάφορες τελετουργίες για το κάλεσμα και εξευμενισμό των πνευμάτων, τις οποίες μπορούσαν να κάνουν μόνο αυτοί, επειδή μόνο αυτοί είχαν την ανάλογη «τεχνογνωσία» και ικανότητα. Αυτά ήταν μυστικά που μεταφέρονταν μόνο σε αυτούς που θα συνέχιζαν αυτό το έργο.

Οι τελετουργίες αυτές και οι αντιλήψεις πήραν παγκόσμια εξάπλωση. Ο ανιμισμός και ο σαμανισμός, χωρίς να αποτελούν ακόμη θρησκεία με τα χαρακτηριστικά που πήραν αργότερα οι θρησκείες στα πλαίσια των οργανωμένων κρατικών συγκροτήσεων, ήταν η πρώτη και πιο μακρόχρονη παγκόσμια ιδεολογία, με την έννοια της συγκρότησης αντιλήψεων για τη σχέση του ανθρώπου με τη φύση, η οποία είχε τεράστια εξάπλωση, επηρέασε άμεσα όλες τις θρησκείες που ακολούθησαν στη συνέχεια μέχρι σήμερα και αποτελεί ακόμη και σήμερα ένα αυτοτελές σύστημα δοξασιών που επιβιώνει σε πολλές περιοχές του κόσμου.

Στις μεγάλες κρατικές συγκροτήσεις ή τις πόλεις κράτη που προέκυψαν αργότερα, εμφανίζεται οργανωμένο ιερατείο που εξυπηρετεί τις ανάγκες των καινούργιων κρατικών συγκροτήσεων και οι θρησκευτικές αντιλήψεις παίρνουν πιο οργανωμένο χαρακτήρα. Αυτά τα ιερατεία συνυπάρχουν με τους προηγούμενους μάγους αλλά τον κυρίαρχο ρόλο τον έχουν τώρα τα νέα ιερατεία. 

Αλλού οι μάγοι, σαμάνοι αναβαθμίζονται αποτελώντας οι ίδιοι το νέο ιερατείο, αν η φυλή τους έγινε κυρίαρχη. Κάτι τέτοιο έγινε με τους Χαλδαίους μάγους που έγιναν το ιερατείο της Βαβυλωνιακής επικράτειας ως κυρίαρχη φυλή ή τους ή τους Μήδους Μάγους που γίνανε το ιερατείο της Περσικής θρησκείας, από τους οποίους πήραν και το όνομα τους οι μετέπειτα μάγοι . 

Παρόμοιες διαδρομές ακολουθήθηκαν σε πολλές άλλες περιπτώσεις.

Φυλές που συνεχίσανε να δρούν νομαδικά και παραμείνανε στο σύστημα των γενεών, συνεχίσανε χωρίς οργανωμένο ιερατείο, με το σύστημα των σαμανιστικών πρακτικών να είναι κυρίαρχο.

Αυτός είναι ίσως ο λόγος που ο σαμανισμός συνέχισε να έχει τις ισχυρότερες βάσεις στις νομαδικές φυλές της νότιας Ρωσίας, νότιας Σιβηρίας και κεντρικής Ασίας. Αν και παρέμεινε ισχυρός και σε οργανωμένες κρατικές οντότητες, όπου συνέχισε να επικρατεί το ανιμιστικό σύστημα αντιλήψεων.

Οι περιοχές αυτές φιλοξενούσαν ίσως σε κάποια περίοδο και τα ονομαζόμενα ινδοευρωπαϊκά φύλα, κυρίως γύρω από τον Εύξεινο Πόντο αλλά και μογγολικά φύλα γύρω απο τα Αλτάια όρη, που ήταν από τις περιοχές που συνέχισε μέχρι και πρόσφατα να είναι ευρύτατα διαδεδομένος. Και τα ινδοευρωπαϊκά φύλα εξ άλλου ήταν νομαδικά πολεμικά φύλα, ώσπου να εγκατασταθούν μόνιμα και να δημιουργήσουν οργανωμένες κρατικές οντότητες. Οι Κέλτες Δρυίδες ήταν το αντίστοιχο των σαμάνων ιερέων σ’ αυτά τα φύλα. Στην Σκανδιναβία όπως και τα τευτονικά φύλα γύρω από τη Βαλτική ήταν ανεπτυγμένος ο σαμανισμός, το ίδιο και στους Ούγγρους που έχουν άμεση σχέση και καταγωγή με τους Αλταϊκούς λαούς.

Στην Ασία είχαν ευρύτατη διάδοση, στην Κορέα, την Ιαπωνία- ο Σιντοϊσμός θεωρείται σήμερα ότι είναι σαμανισμός οργανωμένος σε θρησκεία. Το ίδιο στην Κίνα αλλά και στο Θιβέτ και το Νεπάλ καθώς και σε περιοχές της Ινδίας. Στην Οκινάβα και σε πολλά νησιά του Ειρηνικού. Στους Εσκιμώους τόσο του Καναδά, της Γροιλανδίας όσο και της Ασίας. Στην Αφρική, πολλές μορφές των σημερινών παραδοσιακών θρησκειών είναι σαμανισμός. Από την Ασία περάσανε στην Αμερική. Στη Βόρεια Αμερική όλες οι φυλές των Ινδιάνων. Στην κεντρική Αμερική με τους μάγια ιερείς. Επίσης στην Καραϊβική και τον Αμαζόνιο. Στους ιθαγενείς της Αυστραλίας.

Σαμάνος σημαίνει αυτός που ξέρει. Διάφορα κείμενα και παραδόσεις, μιλούν για τους παλιούς σαμάνους ότι είχαν εκπληκτικές ικανότητες, πρόβλεψης στο μέλλον αλλά και σωματικές ικανότητες, να κάνουν υπεράνθρωπα κατορθώματα.

Ο σαμάνος κέρδιζε αυτό τον τίτλο με την αξία του αποδεικνύοντας ότι διαθέτει τις ιδιότητες που τον καθιστούν ικανό γι αυτό το ρόλο, δηλαδή να μπορεί να επικοινωνεί με τον κόσμο των πνευμάτων.

Ο σαμανισμός σε πολλές φυλές είχε συνδεθεί με άτομα που ήταν ασθενικά ή επιληπτικά. Αυτό μπορεί να δημιουργούνταν και τεχνητά, με τη χρήση παραισθησιογόνων ουσιών που χρησιμοποιούνται για την αλλαγή της κατάστασης της συνείδησης και η χρήση τους μπορεί να απόβαινε και μοιραία, τόσο στη διαδικασία επαφής με τα πνεύματα όσο και στη διαδικασία μύησης στον σαμανισμό. 

Θεωρούνταν ότι τέτοια άτομα είχαν μεγαλύτερη ικανότητα επαφής με τα πνεύματα.

Μία εξήγηση γι αυτό είναι ότι θεωρούσαν ότι τέτοια άτομα με ιδιόμορφη συμπεριφορά, είχαν περισσότερη από αυτή τη μυστική δύναμη που βρίσκεται μέσα στα πράγματα ή είχαν περισσότερες δυνατότητες για επικοινωνία με αυτή τη μυστική δύναμη άρα και μεγαλύτερη δυνατότητα επικοινωνίας με τα πνεύματα που μερικές φορές τους καταλάμβαναν κι όλας εκδηλώνοντας σπασμούς ή άλλες παράξενες συμπεριφορές, που δεν ήταν συνηθισμένες ανθρώπινες συμπεριφορές και υπέθεταν ότι προέρχονταν από τα πνεύματα. 

Αυτή η μυστική δύναμη πήρε διάφορα ονόματα σε διάφορους λαούς. Ο ανθρωπολόγος Ρόμπερτ Μάρετ εισήγαγε τον όρο mana που βρήκε να χρησιμοποιούν οι Μελανήσιοι για να δηλώσουν αυτή τη μυστική δύναμη που υπάρχει μέσα στα πράγματα και παρεμβαίνει στις μαγικές τελετουργίες. 

Σε διάφορους λαούς αυτή η δύναμη πήρε διάφορα ονόματα, για παράδειγμα στους Ινδιάνους της Βόρειας Αμερικής ονομάζεται manitouorendawakan κλπ. Το ίδιο ανάλογες ονομασίες υπάρχουν σε λαούς της Αφρικής. Ή ακόμη και το βράχμαν των Ινδών εκφράζει σε μια πιο περίπλοκη αντίληψη την ίδια ιδέα. 

Στα ισπανικά υπάρχει ο όρος ντουέντε, για τον οποίον υπάρχει μια πολύ ωραία ομιλία του Λόρκα, που συγγενεύει με αυτές τις αντιλήψεις.

Από αυτή τη μυστική δύναμη είχαν σε μεγαλύτερη ποσότητα οι αρχηγοί, οι μάγοι, οι γενναίοι πολεμιστές κλπ.
Ανάλογη πιθανόν ήταν και η συμπεριφορά των γυναικών ιερέων στα μεγάλα μαντεία που έλεγαν τις ακατανόητες προφητείες, τις οποίες βέβαια μετά μετέφραζαν οι ιερείς που ήταν γύρω από την ιέρεια. Σε μερικές περιπτώσεις είχε και κληρονομικό χαρακτήρα. Σε πολλούς πολιτισμούς ήταν περισσότεροι οι άνδρες σαμάνοι ενώ σε άλλους ευνοούνταν οι γυναίκες. Σε άλλες ευνοούνταν η ένδυση με ρούχα του αντίθετου φύλου. 

Σε άλλες περιοχές δεν υπάρχει πολύ καθαρή διάκριση ανάμεσα σε έναν σαμάνο και ένα άλλο ηλικιωμένο μέλος της φυλής. Κάθε ηλικιωμένος με τις γνώσεις του μπορούσε να εκτελέσει κάποιες λειτουργίες σαμάνου.

Ο Mircea Eliade λέει ότι καθένας που είχε επαφή με τα πνεύματα δεν ήταν σαμάνος. Σαμάνος είναι αυτός που υποτίθεται ότι μπορεί και τα ελέγχει, βρίσκεται δηλαδή ένα σκαλί πάνω από τους υπόλοιπους.

Βασικός εξοπλισμός του σαμάνου ιερέα ήταν το τύμπανο με χαρακτηριστική διακόσμηση, με το οποίο έδιωχνε τα δαιμόνια. Στις μαγικές πράξεις έδιναν στα πνεύματα αυτά αποκρουστικά ονόματα και τα έδιωχναν με κρότο, θόρυβο, τύμπανα, ξόρκια κτλ, απαγγέλλοντας και διάφορα ξόρκια.

 Ο δυνατός ήχος παρέπεμπε σε ισχυρά πνεύματα, τα οποία επικαλούνταν για να διώξουν τα κακά πνεύματα. Ο δυνατός ήχος παραπέμπει στην βροντή, τον κεραυνό, που θεωρούνταν δυνάμεις που ήταν στα χέρια ισχυρών θεών. Ο ήχος του τύμπανου παραπέμπει σε αυτούς τους ήχους και ταυτόχρονα έδινε ρυθμό για την κίνηση και το χορό που είναι σημάδια της ζωής, άρα διώχνουν το κακό, το θάνατο κλπ. Οι ψυχοπαθείς στο Ευαγγέλιο ονομάζονται δαιμονισμένοι, και είναι χαρακτηριστικό ότι αυτές οι αντιλήψεις έχουν παραμείνει ακόμη και στις μέρες μας.

Σε κάποια φάση έγινε διάκριση ανάμεσα στους λευκούς σαμάνους που επικοινωνούσανε με τα πνεύματα την ημέρα, ήταν μεσολαβητές με τα καλά πνεύματα, και στους μαύρους σαμάνους που επικοινωνούσαν με τα κακά πνεύματα τη νύχτα για να τα καλέσουν σε βοήθεια στους σκοπούς τους.

Ο ανιμισμός, ο σαμανισμός ή η μαγεία δεν αποτελούνε ακόμη θρησκεία. Ο ανιμισμός, η πίστη δηλαδή στα πνεύματα προσιδιάζει σε κάθε θρησκεία. Το ίδιο και η μαγεία που παρέμεινε και σαν αυτοτελής πρακτική αλλά και σαν συστατικό στοιχείο των θρησκευτικών τελετουργιών. Αποτελούν προθρησκευτικές καταστάσεις αλλά από μόνες τους δεν συνιστούν θρησκεία.

Το πέρασμα σε μεγαλύτερες κοινωνικές συγκροτήσεις, όπως είναι τα γένη και οι φυλές και αργότερα στα κράτη και τις νέες ιεραρχίες που δημιουργούνται, κάνουν πιο επιτακτική την ανάγκη διατήρησης της ενότητας τους. Μια ενότητα που δεν είναι δεδομένη όπως περίπου ήταν εκ των πραγμάτων η αλληλεγγύη στα πλαίσια της αρχαϊκής περιφερόμενης ομάδας. Τα πνεύματα αναβαθμίζονται σε μεγάλους και μικρότερους θεούς. Επίσης η αλλαγή των δραστηριοτήτων διαμορφώνει και τις αντίστοιχες θεότητες.

 Για παράδειγμα στην κοινωνία του γένους θεοί ήταν πολυάριθμα πνεύματα που εκφράζουν φυσικά φαινόμενα, ήλιο, γη, βροχή κτλ. 

Με την μόνιμη αγροτική εγκατάσταση, την εμφάνιση της γεωργίας, άρχισαν οι άνθρωποι να ενδιαφέρονται περισσότερο για ότι έχει σχέση με την καλλιέργεια και εμφανίσθηκαν οι θεοί που είχαν σχέση με τη γη και τη γονιμότητα της. 

Στην Ελλάδα ήταν η Δήμητρα, συνέχεια άλλων μεγάλων μητρικών θεοτήτων όπως ήταν η Ρέα ή η Αστάρτη στους σημιτικούς λαούς. Στην Αίγυπτο ήταν ο θεός Όσιρις, στη Βαβυλώνα ο θεός της βλάστησης Ταμούζ πέθαινε κάθε χρόνο την εποχή του θερισμού και ξαναζωντάνευε την άνοιξη. 

Θεό της γεωργίας που πέθαινε και ανασταινόταν, οι Φοίνικες και οι Σύριοι είχαν τον Άδωνι.

Η μόνιμη εγκατάσταση οδηγεί στην εμφάνιση θεοτήτων οι οποίοι επιτελούν συγκεκριμένους κοινωνικούς ρόλους. Για παράδειγμα στο Ινδικό πάνθεο ο Βαρούνα ήταν ο θεός του μαγικού δεσίματος στους κοινωνικούς όρκους, που έδενε αυτούς που τους παραβίαζαν και ήταν ο πιο σοφός. Ο Ίντρα ήταν ο θεός του πολέμου, της βίας. 

Κάτι ανάλογο βλέπουμε και στο Ελληνικό δωδεκάθεο.

Τους ενδιαφέρει επίσης η διαδοχή των εποχών, η πρόβλεψη για τον καιρό, τα ουράνια φαινόμενα και με ποιο τρόπο αυτά επηρεάζουν τις αλλαγές στη γη και βρίσκονται σε σχέση μαζί τους . Οι σχέσεις που παρατηρούν ανάμεσα στα γήινα φαινόμενα και αυτά του ουρανού δημιουργούν την αντίληψη της ενότητας όλης της φύσης και του επηρεασμού των φαινομένων στη γη από ό,τι γίνεται στον ουρανό. 

Αρχίζουν να δημιουργούνται οι πρώτοι μεγάλοι μύθοι για τη δημιουργία του κόσμου. Μέσα σε αυτούς τους μύθους βρίσκει τη θέση του και ο άνθρωπος και εντάσσεται μέσα σε ένα πεπρωμένο. Οι μύθοι αυτοί για τη δημιουργία του κόσμου έχουν άμεση σχέση με την κάθε φυλή. Η ενότητα της ομάδας, της φυλής και το πεπρωμένο της είναι βασικό στοιχείο μαζί με την ερμηνεία που δίνεται για την φύση και τη δημιουργία της.

Όταν μια φυλή κατακτούσε μια άλλη πολλές φορές υιοθετούσαν τους θεούς της, τους οποίους όμως τοποθετούσαν σε υποδεέστερη θέση. 

Ο θεός Μαρδούχ ήταν στην αρχή θεός της πόλης της Βαβυλώνας. Όταν η Βαβυλώνα έγινε πρωτεύουσα μεγάλου κράτους υποτάσσοντας πολλές γειτονικές φυλές, τότε ο Μαρδούχ έγινε η κυρίαρχη θεότητα όλου του βασιλείου και οι θεοί των φυλών που υποτάχθηκαν μετατράπηκαν σε κατώτερους θεούς. Κάτι ανάλογο συνέβηκε και στον Ελλαδικό χώρο όπου η κάθοδος των Ελληνικών φύλων που έφεραν μαζί τους και τους δικούς τους θεούς, οδήγησε σε μία καινούργια σύνθεση θεοτήτων, όπου την πρωτοκαθεδρία αναλαμβάνει τώρα ο Δίας σε ένα δωδεκάθεο με περισσότερο ανδροκρατική πια σύνθεση σε σχέση με τις προηγούμενες, κυρίως μητρικές, γυναικείες θεότητες των Πελασγών.

Με έναν ανάλογο τρόπο οι κοινωνικές εξελίξεις αλλάζουν και τους ρόλους των θεών. Ο Α. Λουνατσαρσκυ στην ”καταγωγή των θρησκειών'' επισημαίνει ότι στα ομηρικά έπη ο Δίας εμφανίζεται με τα χαρακτηριστικά του παντοδύναμου βασιλιά της δύναμης που σκορπάει τους κεραυνούς του. 

Μερικούς αιώνες αργότερα, που είχε μεσολαβήσει η μεγάλη πνευματική και πολιτιστική ανάπτυξη των κλασσικών χρόνων, το άγαλμα του Δία στην Ολυμπία, από τις περιγραφές που υπάρχουν, τον αναδείκνυε σαν το θεό της σοφίας και της δικαιοσύνης. Μιας δικαιοσύνης που δεν μπορεί να καταπατηθεί.

Επίσης στις πόλεις κράτη που δημιουργήθηκαν δημοκρατικές μορφές οργάνωσης έχουμε μια μετατόπιση από την προβολή της ωμής δύναμης σαν στοιχείο επιβολής στην κοινωνία, στο στοιχείο της δικαιοσύνης.  

Στις Ελληνικές τραγωδίες βασικό ήταν το στοιχείο της υποταγής στους νόμους της πόλης, ανεξάρτητα από το πόσο ισχυρός ήταν κάποιος. Η μη υποταγή στους νόμους σήμαινε καταστροφή και στον πιο ισχυρό. Η μετατόπιση εξάλλου από τον κυρίαρχο ρόλο της δύναμης σε αυτόν της δικαιοσύνης είναι ένδειξη περαιτέρω γνωστικής και ηθικής ωρίμανσης.

Η πίστη στον ένα θεό εμφανίζεται εκεί που η εξουσία ασκείται από έναν ηγεμόνα δεσπότη, που έχει συγκεντρωμένη όλη την εξουσία στα χέρια του, μαζί με την κάστα που κυβερνά. 

Το ίδιο και όλη η στρατιά από αγγέλους, αρχαγγέλους και διάφορους άλλους τιτλούχους που αντιπροσωπεύουν και τις διάφορες κατηγορίες των τιτλούχων γύρω από τον βασιλιά δεσπότη. Ένα ποίμνιο ένας ποιμήν. Οι επίγειοι δεσπότες απαιτούν από τους υπηκόους τους ταπεινοφροσύνη και υπακοή, λατρεία και δώρα. Οι αντίστοιχοι θεοί απαιτούν τα ίδια πράγματα.
Σ’ αυτές τις συνθήκες οργανώνεται το ιερατείο σαν ξεχωριστή κάστα.
                                                                                                                               
*Ιδιαίτερα κατατοπιστικά σε αυτό το θέμα απο όπου πάρθηκαν στοιχεία της ανάρτησης, είναι ο ''σαμανισμός'' και η ''πραγματεία πάνω στην ιστορία των θρησκειών'' του Mircea Eliade (εκδ. Χατζηνικολής), όπως και η ''καταγωγή της θρησκείας'' του Α. Λουνατσάρσκυ.

βορειο ιστολογιο